Η παρουσία βρογχοκήλης και η λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα αποτελούν δύο ανεξάρτητες καταστάσεις. Σε άλλα λόγια, η βρογχοκήλη μπορεί να συνυπάρχει είτε με φυσιολογική είτε με επηρεασμένη ορμονική λειτουργία του θυρεοειδούς αδένα.
Η μη τοξική βρογχοκήλη μπορεί να συνδυάζεται είτε με φυσιολογική λειτουργία του θυρεοειδούς (ευθυρεοειδισμό) είτε με υπολειτουργία του θυρεοειδούς αδένα (υποθυρεοειδισμό).
Αντίθετα, η τοξική βρογχοκήλη χαρακτηρίζεται από υπερλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα (υπερθυρεοειδισμό).
Όσον αφορά τη βρογχοκήλη και τους όζους του θυρεοειδούς, αρχικά, η βρογχοκήλη αρχίζει συνήθως ως μία διόγκωση του θυρεοειδούς που δεν παρουσιάζει κάποιους όζους (διάχυτη βρογχοκήλη).
Σε περισσότερες περιπτώσεις, όμως, η βρογχοκήλη εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου, και εμφανίζονται ένας ή περισσότεροι όζοι του θυρεοειδούς μέσα σε αυτήν.
Σε περιπτώσεις όπου υπάρχουν πολλαπλοί όζοι του θυρεοειδούς εντός της βρογχοκήλης, τότε αυτή η κατάσταση ονομάζεται πολυοζώδης βρογχοκήλη.
Σχετικά με τα συμπτώματα, η βρογχοκήλη συνήθως δεν προκαλεί ειδικά συμπτώματα σε πολλούς ασθενείς.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέγεθος του θυρεοειδούς αδένα μπορεί να προκαλέσει τοπική πίεση, που μπορεί να συνοδεύεται από βήχα, δύσπνοια, δυσφαγία ή ακόμη και αλλαγές στη φωνή (βραχνάδα), λόγω πίεσης σε διάφορα μέρη του λαιμού.
Σπάνια, σε περιπτώσεις πολύ μεγάλης βρογχοκήλης, μπορεί να προκαλέσει άλλα συμπτώματα, όπως το σύνδρομο Horner ή ακόμη και παράλυση του διαφράγματος λόγω πίεσης σε συγκεκριμένα νεύρα.
Από την άλλη πλευρά, οι ασθενείς με τοξική βρογχοκήλη εμφανίζουν τα χαρακτηριστικά συμπτώματα του υπερθυρεοειδισμού, όπως απώλεια βάρους, νευρικότητα, ταχυκαρδία, υπερβολική ιδρώτα, αυξημένη ευαισθησία στη θερμότητα, αϋπνία, ξηρό δέρμα, τριχόπτωση και αλλαγές στον κύκλο της εμμηνόρροιας στις γυναίκες.
Ανίχνευση της βρογχοκήλης
Στην περίπτωση ενός εξαιρετικά μεγάλου θυρεοειδούς αδένα, η βρογχοκήλη είναι εμφανής κλινικά κατά την εξέταση. Ωστόσο, η διάγνωση της βρογχοκήλης ακολουθεί την ίδια διαδικασία με τη διάγνωση των παθήσεων του θυρεοειδούς αδένα.
Η αρχική εξέταση του ασθενούς και η συλλογή λεπτομερούς ιστορικού αποτελούν σημαντικά στοιχεία για τη διάγνωση. Στη συνέχεια, ο γιατρός θα εξετάσει τα επίπεδα των θυρεοειδικών ορμονών στο αίμα και θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα του υπερηχογραφήματος του θυρεοειδούς αδένα και του τραχήλου.
Το υπερηχογράφημα είναι η πιο ακριβής και ευαίσθητη μέθοδος για τη διάγνωση της βρογχοκήλης. Στο υπερηχογράφημα, η βρογχοκήλη συνήθως εμφανίζεται ως διακριτική αλλοίωση (έλλειψη όζων). Με την πάροδο του χρόνου, μπορεί να εμφανιστούν όζοι (πολυοζώδης βρογχοκήλη). Σε αυτήν την περίπτωση, οι όζοι μπορεί να είναι συμπαγείς, κυστικοί ή μικτοί (συνδυασμός κυστικών και συμπαγών δομών).
Επιπλέον, όταν υπάρχει βρογχοκήλη στον οπισθοστέρνο, η αξονική τομογραφία του τραχήλου και του θώρακα αποτελεί σημαντικό εργαλείο. Η αξονική τομογραφία μπορεί να αποκαλύψει το μέγεθος της βρογχοκήλης και το βάθος της στο μεσοθωράκιο.
Σχέση μεταξύ βρογχοκήλης και καρκίνου του θυρεοειδούς Διάφορες μελέτες έχουν εξετάσει την πιθανή σύνδεση μεταξύ της βρογχοκήλης και του καρκίνου του θυρεοειδούς. Συγκεκριμένα, ορισμένες έρευνες έχουν αναφέρει ποσοστά κρυμμένου καρκίνου του θυρεοειδούς εντός της βρογχοκήλης, από 3% έως 35%.
Αυτό το φαινόμενο είναι ιδιαίτερα σημαντικό όταν πρόκειται για μια πολυοζώδη βρογχοκήλη. Σε αυτήν την περίπτωση, η παρακολούθηση και η βιοψία όλων των όζων είναι δύσκολες λόγω της ύπαρξης πολλαπλών όζων.
Επίσης, σημαντικό είναι το γεγονός ότι σε περίπτωση οπισθοστερνικής βρογχοκήλης, η διαγνωστική προσπέλαση των όζων εντός του μεσοθωρακίου είναι δύσκολη. Ως εκ τούτου, η οπισθοστερνική βρογχοκήλη αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για την ύποπτη παρουσία καρκίνου του θυρεοειδούς.