Σε πολλές περιπτώσεις, είναι δυνατόν να συμβεί το θλιβερό γεγονός του θανάτου κάποιου ατόμου κατά τη διάρκεια του γάμου του, ενώ δεν έχει ακόμα ληφθεί απόφαση διαζυγίου με τον σύζυγό του ή τη σύζυγό της. Αυτή η κατάσταση εμπλέκει πολύπλοκα νομικά θέματα, καθώς συνδυάζει διατάξεις από τον οικογενειακό και τον κληρονομικό νόμο, και μερικές φορές προστίθενται επιπλέον στοιχεία από τον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Ας αναλύσουμε αυτό το θέμα λεπτομερέστερα, λαμβάνοντας υπόψη τα σχετικά άρθρα των νόμων που διέπουν αυτήν την υπόθεση.
Διαζύγιο και Κληρονομιά – Το Άρθρο 1822 καθορίζει το δικαίωμα στην Κληρονομιά
Συγκεκριμένα, το άρθρο 1822 του Αστικού Κώδικα καθορίζει ότι το δικαίωμα στην κληρονομιά, καθώς και το δικαίωμα του επιζώντος συζύγου να αποκλείσει τον αποβιώσαντα σύζυγο από την κληρονομιά, αποκλείονται εάν ο αποβιώσας σύζυγος είχε ήδη ξεκινήσει νομική διαδικασία διαζυγίου εναντίον του συζύγου ή της συζύγου του. Σε αυτήν την περίπτωση, το διαζύγιο πρέπει να είναι πραγματικό και όχι ψευδές, και πρέπει να δημιουργεί μια σοβαρή αναταραχή στη συνέχιση του γάμου που καθιστά τη συζυγική συνύπαρξη ανυπόφορη για τον επιζώντα σύζυγο.
Συγκεκριμένα, το άρθρο 1822, σε συνδυασμό με το άρθρο 1820 του Αστικού Κώδικα, καθορίζει ότι ο επιζώντας σύζυγος έχει το δικαίωμα να κληρονομήσει την περιουσία του αποβιώσαντα συζύγου βάσει της συζυγικής του ιδιότητας, την οποία πρέπει να αποδείξει. Αυτή η ιδιότητα παραμένει ισχύουσα μέχρι την αμετάκλητη απόφαση διαζυγίου, δηλαδή όταν δεν υπάρχει πλέον δυνατότητα νομικής ανακοπής της απόφασης. Ωστόσο, οι κληρονόμοι του αποβιώσαντος έχουν τη δυνατότητα να αποτρέψουν τον επιζώντα σύζυγο από την κληρονομία, εάν αποδείξουν ότι ο αποβιώσας είχε ήδη αρχίσει νομική διαδικασία διαζυγίου για σοβαρούς λόγους, χωρίς να απαιτείται ότι αυτοί οι λόγοι συνδέονται με την ευθύνη του επιζώντα συζύγου.
Διαζύγιο και Κληρονομιά – Άρθρο 1785 Αστικού Κώδικα – Αρχή της Τελευταίας Διαθήκης
Στην περίπτωση όπου ένας απολεσθείς άνθρωπος αφήνει με διαθήκη την περιουσία του στον σύζυγό του, το άρθρο 1785 του Αστικού Κώδικα δηλώνει πως η διάταξη της τελευταίας διαθήκης μπορεί να ανακληθεί εάν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την έγκυρη γάμου σχέση ή αν ο γάμος λύθηκε κατά τη διάρκεια της ζωής του διαθέτη ή αν ο διαθέτης υπέβαλε αγωγή για διαζύγιο εναντίον του συζύγου του με δίκαιο λόγο. Αυτή η διάταξη μετατρέπει το βάρος της απόδειξης στον σύζυγο, που πρέπει να αποδείξει τη νομιμότητα του γάμου και να αποτρέψει την ακύρωση της διαθήκης που τον αφορά.
Αυτή η αρχή επικρατεί και στο αντίστοιχο άρθρο 1786 του Αστικού Κώδικα, το οποίο αφορά την περίπτωση όπου ο διαθέτης της διαθήκης παραλείπει να περιλάβει το νόμιμο μερίδιο του δικαιούχου κατά την σύνταξη της διαθήκης, είτε λόγω έλλειψης γνώσης για τον δικαιούχο, είτε λόγω της δικής του αναφοράς στη διαθήκη. Σε αυτήν την περίπτωση, η ακύρωση της διαθήκης δεν ισχύει αν μπορεί να αποδειχθεί ότι ο διαθέτης θα επέλεγε να συντάξει τη διαθήκη με το ίδιο περιεχόμενο, ακόμη και αν είχε γνώση για την πραγματική κατάσταση.
Κάθε περίπτωση διαζυγίου, φυσικά, είναι δύσκολη. Ένας από τους σύζυγους θα αφήσει το κοινό τους σπίτι και μπορεί να αναζητήσει νέα κατοικία σε διαφορετική περιοχή, όπως το Ίλιον, η Αθήνα, ή άλλες περιοχές, και αυτό αναμφίβολα προκαλεί άγχος.